Από μικρή είχα φανεί πως ήμουνα για τη σκηνή
σε κάποια σχολική γιορτή την Γκόλφω είχα υποδυθεί
με όνειρα σινεμασκόπ πήγα στην πόλη μ`οτοστόπ
χτύπησα πόρτες υψηλές μα δε μ` ανοίξανε ποτές.
Ήταν η γάμπα μου στραβή
γι` αυτό δεν είδα προκοπή
κι όλο μου πιάναν το βυζί.
Σε θίασο επαρχιακό, σε έργο συγκινητικό
με πούλιες έβγαινα, φτερά, κι έλεγα μόνο:σοβαρά !
Καιγόμουν να αναδειχτώ, τρέξε από κει, τρέξε από δω
δεν βρήκα ώμο αντρικό να γύρω ν` αποξεχαστώ.
Εγέρασα σιγά σιγά και η μπογιά μου δεν περνά
με ξέχασαν οι προβολείς και δε μ` εκτίμησε κανείς
σερνάμενα βράδια θολά κι η γούνα μου συνθετικιά
μ` όποιον κερνά μ` όποιον βρεθεί, πάει στα χαμένα η ζωή.