Παίρνω πάλι το μικρόφωνο σ’ ανύποπτη στιγμή,
επιτακτική ανάγκη που δε μ’ αφήνει στη σιωπή
κι είναι η ίδια που μου καίει ό,τι μέσα μου κρύβω,
στα παιχνίδια τους εγώ ποτέ τα χέρια μου δεν νίβω
δεν σφίγγω τα δόντια, δεν βουλώνω το στόμα,
με εξουσίες θα’ χω πρόβλημα για πολύ ακόμα,
μ’ όποιο κόμμα πατάει τις δικές μου ελευθερίες
είτε με δακρυγόνα ή μ’ όπλα ή με έμμεσες ευκαιρίες.
Ιστορίες για κυρίες που κρυφά σφίγγουν το χέρι,
κύλισε ο τέντζερης και βρήκε τον Καρατζαφέρη,
στην ουσία η ιστορία μη σας φαίνεται απλή,
για μιλήστε κι εσείς monsieur Καραμανλή.
Επειδή ο ανασχηματισμός δεν έπιασε τόπο
αποφασίσατε σαν λύση να τρελάνετε τον τόπο,
καταστολή και νόμοι που περνιούνται στη ζούλα,
μήπως φοβάστε την οργή και κυνηγάτε την κουκούλα;
Τρέμετε τις εκλογές, τις φοβάστε, γι’ αυτό
με τον Καρατζαφέρη κάνετε συμβιβασμό,
με τους υπόλοιπους μπουμπούκους να βγάζουν τον σκασμό,
στα μυαλά σας βαράω πρώτος τον συναγερμό.
Βαράω τον συναγερμό, με ανοιχτό κατηγορώ
για όσα βλέπω, παιχνίδια, στον κοινοβουλευτισμό
γαμημένη δεξιά, κλίκα, φασιστοπαρέα,
βάζω πρώτος ανάποδα ελληνική σημαία,
τη γαλανόλευκη, αυτή με λερωμένο σταυρό.
Δε θα την ασπαστώ, ψάχνω άλλη πατρίδα για να βρω.
Σαν πρόσφυγας δεν έζησα, μα νιώθω πρόσφυγας και τάζομαι
στο πλευρό εκείνων που πατρίδα χρειάζονται.
Βαράω τον συναγερμό, δεν ξέρω αν με πιάνεις,
γιατί η χώρα είναι σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης.
γι’ αυτό πρώτος τη σημαία κρεμάω ανάποδα,
αν και θα γούσταρα, φλεγόμενη, να καίγεται στο πάτωμα.
Ανάχωμα ψάχνω στην όλη ιστορία,
γιατί τ’ αδέρφια μου κατάγονται από την Τουρκία,
από Μακεδονία Γιουγκοσλαβία κι Αλβανία.
Πρόσφυγας βαπτίζομαι αφού έτσι λέει η ιστορία.
Δεν είμαι Έλληνας γιατί ο χρυσαυγίτης μπάτσο έχει προστάτη,
γιατί ο μπάτσος ξεσπάει στον μετανάστη.
Δεν είμαι Έλληνας γιατί ο ΜΑΤατζής με έχει άχτι του,
κι ο φασίστας με Ρωσίδα κερατώνει το στεφάνι του.
Δεν είμαι Έλληνας όσο ο Αλέξης είναι στο χώμα
κι όσο ο Περίανδρος λέγεται Έλληνας ακόμα.
Δεν είμαι Έλληνας γιατί η μισή Ελλάδα είναι στο σώμα
κι η αλλόμιση βαμμένη από κάποιο χρώμα.
Δεν είμαι Έλληνας γιατί ο λαός ακολουθεί το κόμμα
κι αν πεθάνω δε θα μου κάψουν το σώμα.
Γι’ αυτό βαράω συναγερμό και τη σημαία φέρνω τούμπα,
όσο για κάθε φοιτητή χώρο θα έχει η κλούβα.
Βαράω τον συναγερμό, με ανοιχτό κατηγορώ
για όσα βλέπω, παιχνίδια, στον κοινοβουλευτισμό
γαμημένη δεξιά, κλίκα, φασιστοπαρέα,
βάζω πρώτος ανάποδα ελληνική σημαία,
τη γαλανόλευκη, αυτή με λερωμένο σταυρό.
Δε θα την ασπαστώ, ψάχνω άλλη πατρίδα για να βρω.
Σαν πρόσφυγας δεν έζησα, μα νιώθω πρόσφυγας και τάζομαι
στο πλευρό εκείνων που πατρίδα χρειάζονται.