Έναν καιρό, έναν καιρό επήγαινα
στα Θαραπειά πετώντας,
τώρα με κόψαν τα φτερά
και πάγω περπατώντας.
Έναν καιρό, έναν καιρό ήμουν άγγελος,
τώρ’ αγγελίζουν άλλοι,
στη βρύση που 'πινα νερό,
τώρα το πίνουν άλλοι.
Κάλλιο να με, κάλλιο να με φαρμάκωνες,
παρά που με παιδεύεις,
στα χέρια σου είν’ τα γιατρικά
κι αν θέλεις, με γιατρεύεις.