Αφού δεν ήσουνα αυτός που θα `δινε
τη σπίθα που έψαχνε ο δυναμίτης,
γιατί μου μίλησες, γιατί με φίλησες,
κι η τίγρη το `σκασε απ’ το κλουβί της;
Κοφτά και ξάστερα στο δήλωσα,
μα εσύ δεν μπόρεσες να βρεις τη λύση,
δε σβήνεις μ’ όνειρα και νεροπότηρα
ένα ηφαίστειο που `χει ξυπνήσει.
Το κρίμα πάνω σου,
που πήγες κι ένωσες
φωτιά με σύρματα ηλεκτροφόρα.
Το κρίμα πάνω σου,
που μ’ ελευθέρωσες,
κι η νύχτα θύματα γεμίζει τώρα.