Σ’ ένα δρόμο σκοτεινό
δίχως οδό και αριθμό
τα βήματά σου ακολουθώ,
μαζί σου χάνομαι κι εγώ.
Ό,τι απαγορεύεται
μ’ έμαθες ν’ αγαπήσω
και ό,τι επιτρέπεται
μ’ έκανες να μισήσω.
Σ’ ένα μπαράκι μοναχός
με συντροφεύει ο καημός,
είμαι του πόνου σου σκιά
κι εσύ μαχαίρι στην καρδιά.
Ό,τι απαγορεύεται
μ’ έκανες ν’ αγαπήσω
και ό,τι επιτρέπεται
μ’ έμαθες να μισήσω.