Πως περνάει ο καιρός
και φτάνει η στιγμή το μυαλό μου να απαιτήσουν
ποιοι εκείνοι που γελούν
και μ’ έχουν ανεχτεί σαν αρρώστια που θα σβήσουν
Πως γεννιέμαι γυμνός
και πεθαίνω ασθενής από όσα με ταΐζουν
φως ανάβουν δυνατό
και μ’ έχουν σε κλουβί να με βλέπουν, να ελπίζουν
Πως θα παρασυρθώ από τα λόγια της στοργής
κοινωνικής στοργής κοινωνικής στοργής
θα ’μαι ένα πιόνι απ’ τα πιόνια της ντροπής
αληθινής ντροπής αληθινής ντροπής
Πως περνάει ο καιρός
και φτάνει η στιγμή να με αντιμετωπίσουν
ποιοι αυτοί που με μισούν
που έχουν διαταγή τη ζωή μου να ορίσουν
Πως με βία γυμνή
μου φυτεύουν πανικό στο μυαλό και με ζαλίζουν
πως με ρίχνουν στο χορό
σ’ ανθρώπινο σωρό να με βλέπουν, να ελπίζουν.