Μιαν ανεράιδα αγάπησα μια νύχτα στ’ όνειρό μου
και ξύπνησα και βρέθηκε η κόρη στο πλευρό μου
Είχε δυο χείλια βυσσινιά, μαλλιά σαν το μετάξι
κι επαρακάλουν τ’ όνειρο μια ζήση να βαστάξει
Ποιος την είδε την αγάπη πού `χα μια φορά
Σύννεφο θαρρώ πως είναι στην ανατολή
κι ώρες ώρες ψιχαλίζει, για να μου μιλεί
Κι όπως επέφταν τα μαλλιά στα φιλντισένια στήθια
τη ρώτησα αν ήτανε όνειρο ή αλήθεια
Γέλασ’ η κόρη κι έφυγε τη νύχτα στο σκοτάδι
κι άδικα την περίμενα ξάγρυπνος κάθε βράδυ
Ποιος την είδε την αγάπη πού `χα μια φορά
έγινε δεντρί κι αέρι κι απ’ τα δυο φωνή
και κακή πληγή που κάθε βράδυ με πονεί
Τίνος να πω τον πόνο μου και ποιος να το πιστέψει
πως τ’ όνειρο μιας χαραυγής μου μάτωσε τη σκέψη
Μού `πε μια μάισσα, της καρδιάς που γιάτρευε τον πόνο
πως ξωτικά υπάρχουνε σαν τα πιστεύεις μόνο
Ποιος την είδε την αγάπη πού `χα μια φορά
Το στρατί στρατί θα πάρω και φιλώ σταυρό
όνειρό μου και αλήθεια θά `ρθω να σε βρώ