Κάτω απ’ τα πόδια μου οι δρόμοι καίγονται
Τρέχω σαν ξένος στην πιο ξένη ερημιά
Κι ακούω τις γέφυρες που πίσω μου γκρεμίζονται
μα δε με νοιάζει αν θα γυρίσω πίσω πια
Ό,τι έχω αφήσει εκεί πίσω είναι μια βρώμικη σκιά
Δε με νοιάζει αν θα γυρίσω πίσω πια
Ό,τι έχει μείνει εκεί πίσω είναι μια βρώμικη σκιά
Δε με νοιάζει αν θα γυρίσω
Θέλω να ζήσω όπως τα αστέρια που ξεψύχησαν
μέσα στο φως κάποιου αφιλόξενου και μακρινού ουρανού
γιατί πατρίδα μου είναι εκεί που μίσησα
και με μισήσαν περισσότερο απ’ οπουδήποτε αλλού
Να ξενυχτήσω συντροφιά με όσους θρήνησαν
το πτώμα ενός ασήκωτου, θλιβερού γυρισμού
γιατί πατρίδα μου είναι εκεί που μίσησα
και με μισήσαν περισσότερο απ’ οπουδήποτε αλλού
Κλείνω τα μάτια μου, γελάω και αφήνομαι
Μεθάω σαν ξένος στην πιο ξένη αγκαλιά
Πίσω τα ίχνη μου θαμπώνουν και σβήνουνε
μα δε με νοιάζει αν θα γυρίσω πίσω πια.
Ό,τι έχω αφήσει εκεί πίσω είναι μια βρώμικη σκιά
Δε με νοιάζει αν θα γυρίσω πίσω πια
Ό,τι έχει μείνει εκεί πίσω είναι μια βρώμικη σκιά
Δε με νοιάζει αν θα γυρίσω
Θέλω να ζήσω όπως τα αστέρια που ξεψύχησαν
μέσα στο φως κάποιου αφιλόξενου και μακρινού ουρανού
γιατί πατρίδα μου είναι εκεί που μίσησα
και με μισήσαν περισσότερο απ’ οπουδήποτε αλλού
Να ξενυχτήσω συντροφιά με όσους θρήνησαν
το πτώμα ενός ασήκωτου, θλιβερού γυρισμού
γιατί πατρίδα μου είναι εκεί που μίσησα
και με μισήσαν περισσότερο απ’ οπουδήποτε αλλού