Γι’ αυτό γεννήθηκ’ η ρετσίνα,
για να την πίνει όποιος πονά,
για να γλιτώνει απ’ τη ρουτίνα
και τον καημό του να ξεχνά.
Τον καημό μου, το φεγγάρι
δεν τον βλέπει από ψηλά
κι όπως πάντα, σουλατσάρει
και γλυκοχαμογελά,
ένας είμαι μέσ’ στους τόσους
κι έχω στην καρδιά πληγή,
πόσους πονεμένους, πόσους
συναντάς σ’ αυτή τη γη.
Γι’ αυτό γεννήθηκ’ η ρετσίνα,
για να την πίνει όποιος πονά,
για να γλιτώνει απ’ τη ρουτίνα
και τον καημό του να ξεχνά.
Για να γλιτώνει απ’ τη ρουτίνα
και τον καημό του να ξεχνά.