Της ζωής τα κουρέλια
πεταμένα στην άκρη
κλέβουν μαύρο βελούδο
να στεγνώσουν το δάκρυ.
Στην ψυχή έχουν το κρίμα,
την αλήθεια στο βλέμμα,
το φαρμάκι του κόσμου
μπολιασμένο στο αίμα.
Από μίσος κι αγάπη
και φωτιά ζυμωμένα
της ζωής τα ξεφτίδια
δε φοβούνται κανένα.
Της ζωής τα σκουπίια
μεσ’ στο βούρκο αγιασμένα,
άγρια πάθη ανασταίνουν
και δεν παν’ στα χαμένα.