Είναι που χάθηκα μαζί σας κάποια βράδια
είναι που τίποτα δεν άλλαξε στο τώρα.
Φωτιές που ανάψαμε φωτίζουν τα σκοτάδια
να μας κρατούν πάντα στην ίδια ανηφόρα.
Σε μια διέξοδο ξεπλήρωσα τις νύχτες
είχα ποντάρει στο δικό σας το βυθό.
Μα πες μου τώρα που να βρω καινούριους δύτες
στο αδιέξοδο αυτό που ακολουθώ.
Έρχονται χρόνια σαν βοριάδες που με σκορπάν εδώ κι εκεί
μα όσες κι αν άλλαξα κοιλάδες ξαναγυρνάω Κομοτηνή.
Έρχονται χρόνια διψασμένα για τσίπουρο και για κρασί
που όλο ρωτάν για περασμένα κι εγώ τους λέω Κομοτηνή.
Ας αγαπήσουμε λοιπόν τις απουσίες
να 'μαστε πάμπλουτοι με χάδια χθεσινά.
Θα 'ρθει καιρός που θα γυρνάμε σε ιστορίες
σε όσα ζήσαμε και είναι μακρινά,
σ’ αυτά που χάσαμε και ήταν μαγικά.
Έρχονται χρόνια σαν βοριάδες που με σκορπάν εδώ κι εκεί
μα όσες κι αν άλλαξα κοιλάδες ξαναγυρνάω Κομοτηνή.
Έρχονται χρόνια διψασμένα για τσίπουρο και για κρασί
που όλο ρωτάν για περασμένα κι εγώ τους λέω Κομοτηνή.
Κρατάω στην τσέπη μου το χέρι σας για πάντα
στα δάχτυλα σας ένας ήλιος ξεψυχά.
Κι όλο νομίζω πως θα γίνει κάποιο θαύμα
και θ’ ανταμώσουμε στην ίδια τη γωνιά
να ξαναζήσουμε όπως ήμασταν παλιά.