Την περιπλάνησή μου, σας λέω απελπισμένος,
ο πυρετός με καίει, μα με κυκλώνουν ρίγη,
στο ίδιο μου το σώμα, νιώθω τελείος ξένος,
καλόδεχτος παντού, διωγμένος με κλωτσιά.
Όταν ξυπνάω, η μέρα έχει τελειώσει,
κι όταν χαράζει, πέφτω να κοιμηθώ,
είμαι χαρούμενος, μα έχω μαραζώσει,
καλόδεχτος παντού, διωγμένος με κλωτσιά.
Κλαίω γελώντας, την τρύπια μου ελπίδα,
κουράγιο πέρνω, απ’ ό,τι ξεψυχά,
όταν στον ήλιο στέκομαι, ξεσπάει καταιγίδα,
καλόδεχτος παντού, διωγμένος με κλωτσιά.
Το ψέμα κι η αλήθεια, φως μου μοιάζει,
κι αυτό που την ψυχή μου, τυραννάει,
είν’ η αγάπη σας, που με πονάει,
καλόδεχτος παντού, διωγμένος με κλωτσιά.