Το βράδυ έπεφταν στον τσίγκο παραμύθια
κοιμήσου, είπα είναι που λιώνουνε τα χιόνια.
Μεσ`στον Φλεβάρη, τι να νοιάζεσαι τ`αλώνια.
Ασ`τα παιδιά, σου έχουν φύγει απ`τα στήθια.
Πλέξε τα πόδια στα δικά μου και ζεστάσου
Τα μάτια σου να γλυκαθούν τα κεχριμπάρια
κι απ`της ψυχής μου να σου βγάλω τα αμπάρια
ψωμί, κρασί κι εμένα γιόκα σου...Φαντάσου...
Τ`ανθεκτικό σου το κορμί το θυμαρίσιο
εγώ, τραχύς, χρόνια το σμίλευα σαν πέτρα.
Μήτε της γυναικός έκαμες χρήση τη φαρέτρα
κι ας είχες το φιλί πληρώσει...καραβίσιο.