Γιατί, γιατί μου το `κρυψες
το ντέρτι της καρδιάς σου,
που μάρανε τα νιάτα σου
και τρώει τα σωθικά σου.
Γιατί να βασανίζεσαι
και γνώμη δεν αλλάζεις,
πάψε να κλαις τον πόνο σου,
να βαρειαναστενάζεις.
Να `ρθεις σ’ εμένα και να πεις,
τι κρύβεις στην καρδιά σου,
να γίνουνε λιγότερα
τα τόσα βάσανά σου.