Τι σου `φταιξα αχ Γιάννη μου
τη στάμνα να μου σπάσεις
και στα καλά καθούμενα
φωτιά να μου ανάψεις;
Αγγέλω κι αν στην έσπασα
δεν το `θελα ο δόλιος,
επήγα για να πιω νερό
και σαν αφηρημένος
στην έσπασα ο καημένος.
Και πώς θα πάω σπίτι μου
με το σταμνί σπασμένο;
Θα με ξυλοφορτώσουνε
κι ύστερα η καημένη τι θα γένω;
Αν σε τσακίσει η μάνα σου
για ένα σταμνί πουλί μου,
άφησε τη μανούλα σου
Αγγέλω μου πουλί μου
να γίνεις πια δική μου.
Γεια σου Ρόζα μου.
Γεια σου και σένα Στελλάκη μου.