Ωραία γυναίκα, το τρελό το γέλιο σου διαβαίνει
σα μάταιος ήχος και σκορπά κι ούτε μία ηχώ ξυπνά
στην ακατάδεχτη καρδιά που αγάπη τηνε δένει
μ’ αθώα χαμόγελα βουβά.
Μ’ αυτά που δείχνουνε χαρά με κάποια που σκεπάζουν
τον πόνο τους αμίλητον οι ευγενικές ψυχές
μ’ εκείνα που μαραίνονται κρυφά και ξεθωριάζουν
σ’ αρχαίες εικόνες σκοτεινές.
Και μ’ όσα ακόμα ούτε αλαφρά δε σκίζουνε τα χείλη
κι αστράφτουν μόνο στων ματιών βαθιά τη σιγαλιά
ωσάν τ’ αντιφεγγίσματα που απλώνονται το δείλι
στην πελαγίσιαν ερημιά...