Το γουστάρω το σουσάμι
ρε μαγκίτη μου κι αλάνι
μια και είσαι απ’ το Μπραχάμι
πόσο κάνει, πόσο κάνει.
Αν σ’ αρέσει το σουσάμι
όσο κάνει κι όσο κάνει.
Περουβιάνες, λένε. πάνε
στην Αθήνα μες στην πόλη
του μυαλού τους ροκανίδια
όπως λέει κι ο Μανώλης.
Στου Θεού τα κομπολόγια
κρύβε λόγια, κρύβε λόγια.
Το σουσάμι το καημένο
με διαμάντια στολισμένο
μέσα σε χρυσό παλάτι
ζωγραφιά καρφί στο μάτι.
Κι όταν έρθει ο Θανάσης
τ’ όνομά σου θα ξεχάσεις.