Μες στους φτωχομαχαλάδες
εκεί που ζει η εργατιά
πήγα να τα πιω ένα βράδυ
με τα πιο καλά παιδιά.
Εσούρωσα και χόρεψα
στα φτωχοταβερνάκια
εκεί που πίνουν οι καρδιές
οκάδες τα φαρμάκια.
Την χορέψαμε με κέφι
την βαριά μας ζεϊμπεκιά
κι αν μας λείπουν οι παράδες
έχουμε χρυσή καρδιά.
Εσούρωσα και χόρεψα
στα φτωχοταβερνάκια
εκεί που πίνουν οι καρδιές
οκάδες τα φαρμάκια.
Τα φτωχόσπιτα κοιτάζω
και δακρύζω και πονώ
γιατί έχω μεγαλώσει
σε φτωχόσπιτο κι εγώ.
Εσούρωσα και χόρεψα
στα φτωχοταβερνάκια
εκεί που πίνουν οι καρδιές
οκάδες τα φαρμάκια.