Ο φόβος μου κι ο φόβος σου πιάστηκαν απ’ το χέρι
βόλτα στο κρύο βγήκανε μέρα μεσημέρι
και χάθηκαν κάποιο δειλινό.
Στο δρόμο τους συνάντησαν πλήθη και νοσταλγία
σαν παραμύθι έγραψαν δική τους ιστορία
κι αποκοιμήθηκαν σ’ αυτόν τον ουρανό.
Άσε με να σ’ ονειρευτώ
κι αν δεν σ’ αγγίζω να μιλάω με τη σιωπή σου.
Ποτέ δεν ξύπνησα πλάι στο κορμί σου
μα πριν φέξει ο ήλιος το γέλιο σου θέλω να δω.
Ο φόβος μου κι ο φόβος σου ταξίδεψαν για χρόνια
ξεχάστηκαν οι πόθοι τους σε αδειανά σεντόνια
και χάραξαν στο σώμα μια πληγή.
Κουράστηκαν να κρύβονται σε μαγικές εικόνες
μαραίνονται την άνοιξη κι ανθίζουν στου χειμώνες,
γνωρίστηκαν στης μοναξιάς τη γη.
Άσε με να σ’ ονειρευτώ
κι αν δεν σ’ αγγίζω να μιλάω με τη σιωπή σου.
Ποτέ δεν ξύπνησα πλάι στο κορμί σου
μα πριν φέξει ο ήλιος το γέλιο σου θέλω να δω.