Σε μια όμορφη βιτρίνα
στάθηκα κάποια βραδιά
και κοιτούσα έναν κούκλο
με μια κούκλα αγκαλιά
Μου άρεσε πολύ η κούκλα
και είπα ας την αγοράσω
Όμως σκέφτηκα του κούκλου
την καρδιά να μην χαλάσω
Τι θα πει πως είναι κούκλος
και αν δεν έχει και ψύχη
όταν χάνεις την συντροφιά σου
δεν έχει γλύκα η ζωή
Πέρασα το άλλο βράδυ
τα κουκλάκια για να δω
και είδα μόνο του τον κούκλο
δακρυσμένο τον φτωχό
Έχει πάει κάποιος άλλος που είχε
πιο πολλά λεφτά
Και αγόρασε την κούκλα
και την πήγε μακριά
Γύρισα συλλογισμένος
στο μικρό μου σπιτικό
να αγκαλιάσω με λαχτάρα
την γυναίκα που αγαπώ
Μα αλίμονο σε μένα
Κλάψε δόλια μου καρδιά
Έμαθα πως είχε φύγει
μ’ έναν άλλο μακριά