(Πες μου να καταλάβω, τι είσαι εσύ;
Βέγγος Θανάσης:Τίμιος κύριε, τίμιος.Ο τελευταίος ίσως αλλά τίμιος.
Τίμιος.Τίμιος.Ο τελευταίος ίσως αλλά τίμιος }
Βουρλιώτης Νίκος:
Γυρίζω τις σελίδες της ζωής και σταματώ
σε μια φωτογραφία με κοιτάει τον κοιτώ
με βλέμμα κουρασμένο σαν το θαμπό γυαλί
ο άνθρωπος εκείνος που έτρεχε πολύ
Γυρίζω τις σελίδες και ξεβάφει το χαρτί
στα μάτια μου σημάδια από παλιά γιορτή
κι αν κρύψω ένα δάκρυ το ξέρω θα το δει
ο άνθρωπος εκείνος που έμεινε παιδί
Μαργιόλα Σαββέρια:
Ο άνθρωπος εκείνος ο δικός μου
που έτρεχε το τίποτα να πιάσει
στον κόσμο που είναι ακόμα ο παιδικός μου
τον μόνο φίλο μου
τον λέγανε Θανάση
Βουρλιώτης Νίκος:
Μεγάλωσε ο Βέγγος μεγαλώσαμε κι εμείς
που τρέχαμε παρέα στην αρχή της διαδρομής
με φόντο αναμνήσεις περνάει η ζωή
και ότι μας θαμπώνει στο τέλος θα καεί
στο τέλος θα καεί
Μαργιόλα Σαββέρια:
Ο άνθρωπος εκείνος ο δικός μου
που έτρεχε το τίποτα να πιάσει
στον κόσμο που είναι ακόμα ο παιδικός μου
τον μόνο φίλο μου
τον λέγανε Θανάση
Βουρλιώτης Νίκος:
Ο άνθρωπος εκείνος ο δικός μου
που έτρεχε το τίποτα να πιάσει
Μαργιόλα Σαββέρια:
Ο άνθρωπος εκείνος ο δικός μου
που έτρεχε το τίποτα να πιάσει
στον κόσμο που είναι ακόμα ο παιδικός μου
τον μόνο φίλο μου
τον λέγανε Θανάση
(Μώρε πάνα να φύγουμε που θα βγάλεις τώρα εσύ το φίδι απ’ την τρύπα.
Βέγγος Θανάσης:Κάποιος πρέπει να το βγάλει κύριε Φώτη, κάποιος πρέπει να το βγάλει γιατί διαφορετικά θα βγει το φίδι μόνο του και θα μας φάει όλους)