Μέσα στου χρόνου την ατέρμονη δίνη
λαθρεπιβάτης δανεικού ουρανού
κι όσο μια άβυσσος το δρόμο μου κλείνει
το θαύμα συμβαίνει αλλού
Τότε σαλπάρω απ' τις πόλεις του βάλτου,
στα δυο μου Τίμπερλαντ φυτρώνουν φτερά
τις συμπληγάδες προσπερνώ της ασφάλτου
απ' όπου κανείς δεν γυρνά
Μα βουλιάζω στα κατάμαυρα νερά
Και ξυπνάω στο πλευρό σου πάλι
Γίνε μου θάνατος, ύπνος γλυκός κι άρπαξέ με
γίνε μου όνειρο, δίψα, παλιά μου πληγή
γίνε μου πείσμα, θυμός σκοτεινός ουρανός πριν έρθει η αυγή
γίνε σφυγμός μυστικός κάτω απ' τη γη
Όλη η ζωή μου σαν κεράκι που σβήνει
Πίσω απ' τις γρύλλιες που ανασαίνει το φως
Στον άσπρο τοίχο την σκιά σου ξεντύνει
Κι απάνω μου ορμάει σαν ηχώς
Τότε εξορίζομαι στα μέσα νησιά μου
Και πιλοτάρω θυμωμένα μιράζ
Σκάβω στο χώμα για να βρω το όνομά μου
Το σκάω από χίλια αλκατράζ
Μα αέρος με τραντάζουνε κενά
Και ξυπνάω στο πλευρό σου πάλι
Γίνε μου θάνατος...
Μα σεισμοί με καταπίνουνε βαθιά
Με τυλίγει μια ζεστή αιθάλη
Κι ο πυρήνας σαν μια πύρινη αγκαλιά
Θα με φέρει στο πλευρό σου πάλι
Γίνε μου θάνατος...