Από πεπρωμένο ή από βούληση, κατ’ εξακολούθηση
προσφέρει τόσο πόνο, όσο και ανακούφιση.
Το πεπραγμένο παρελθόν παλαιοτέρων λαθών,
λένε ο « παθών και μαθών»,
μα δεν πιστεύω πως υφίσταται όντως..
Το προγραμματισμένο, παρεμπιπτόντως,
δηλώνει «παρών» υπό τη μορφή καθεστώτος .
Μεταμόρφωση κάτω από το λυκόφως,
ξυπνά το τέρας για να τραφεί όπως όπως,
μην πας να το πολεμήσεις, άδικος κόπος,
ξέρει να σε παγιδεύει ποικιλοτρόπως.
Έχει πάντα την κατάλληλη λέξη
να δημιουργήσει μια παράλληλη σκέψη,
μια εφάμιλλη πίκρα στην τέρψη,
μια απαράμιλλη ικανότητα να σαγηνέψει .
Να σε παίρνει με το μέρος του πάντοτε,
από το «τώρα» ως το «μετά» και το «κάποτε».
Μ’ υπομονή, εμμονή, που γίνεται ηδονή,
ώσπου φόβος κι ανασφάλεια συνάπτονται.
Είναι λάβα, που σ’ ακολουθεί σε οποιοδήποτε διάβα
εμφιαλωμένη στην πλησιέστερη κάβα, ο λάκκος στη φάβα,
φωνές που σου φωνάζουνε «την περόνη τράβα!» .
Χτίζει μύθο, γύρω απ τον πυρήνα του ανυπέρβλητο τοίχο,
φωνάζει «βαλέτω το λίθο»,
ύπουλα παραπλανητικό, ύποπτα αθώο και αγνό,
μα ούτε και ‘γω δε με πείθω
για την εντιμότητά του και τη στάση του,
για κάθε αβάσταχτα εύστοχη φράση του,
για την ενσαρκωμένη άυλη κράση του
κι όσο είμαι ανάξιος για να γειώσω την τάση του ……
Από την ώρα που ξυπνώ ή που κοιμάμαι,
με βασανίζουνε φρικτές εμμονές ..
Δε θέλω να υποθέτω, μα να γνωρίσω φοβάμαι,
μόνος μου είμαι, μα ακούω φωνές ...
Μέχρι ο ήλιος να δύσει ή ν’ ανατείλει,
όλες τις μέρες ζυγές και μονές,
περιμένω να εκραγώ χαζεύοντας το φυτίλι,
με βασανίζουνε φρικτές εμμονές …
Είναι εκείνες που κάνουν τη νύχτα μέρα,
εκείνες που σου κόβουν τον ύπνο και τον αέρα,
εκείνες που μέρες και μήνες με βέρες κι ευθύνες,
ξυπνάνε τις μνήμες και σπέρνουν φοβέρα .
Είναι απόλυτες, μα είναι κι αμφίβολες
Είναι στράβωμα, είναι κι ευθύβολες
Φαρμακόγλωσσες, όσο και παρήγορες,
πάντα ένα βήμα μπροστά, πάντα πιο γρήγορες .
ΠΑΝΤΑ. Και προπάντων εκείνα τα βράδια,
που τυλίγουν το κορμί σου σαν χάδια,
που αφήνουν τα μάτια από δάκρυα άδεια,
δίχως να ζητάνε την άδεια.
Προσπαθώ να καταλάβω τι γίνεται.
Ποιος μου φταίει και ποιος δεν ευθύνεται ;
Ποιος αλήθεια λέει, ποιος υποκρίνεται ;
Ποιος παραπαίει, ποιος στέκεται κι αμύνεται ;
Πες μου. Ανακαλύπτω νέες δυνατότητές μου,
ότι μπορώ να διαστέλλω τις αντοχές μου,
έναν έστω βρες μου,
που θα ’χε στομάχι σαν εμένα
να αντέξει το χτες μου.
Νιώθω λες και η καρδιά μου σταμάτησε,
ίσως να ‘ταν και πολύ τελικά όσο κράτησε,
βλέπω τον κόσμο τόσο διαφορετικά,
τόσο όσο και ένα μωρό που μόλις περπάτησε.
Με παρατηρώ να παραληρώ, βδελυρό
το να κόβω του Αχιλλέα το μηρό δίχως ορό,
έτσι απλά γιατί μπορώ, δίχως αναισθητικό,
κι είναι απαίσιο, μα ερεθιστικό και ……..
Με παρατηρώ να παραληρώ, βδελυρό
το να κόβω του Αχιλλέα το μηρό δίχως ορό,
έτσι απλά γιατί μπορώ, δίχως αναισθητικό,
κι αφού δεν αντέχω να με συγχωρώ ……..
Από την ώρα που ξυπνώ ή που κοιμάμαι,
με βασανίζουνε φρικτές εμμονές ..
Δε θέλω να υποθέτω, μα να γνωρίσω φοβάμαι,
μόνος μου είμαι, μα ακούω φωνές ...
Μέχρι ο ήλιος να δύσει ή ν’ ανατείλει,
όλες τις μέρες ζυγές και μονές,
περιμένω να εκραγώ χαζεύοντας το φιτίλι,
με βασανίζουνε φρικτές εμμονές …