Οι καμπάνες χτυπάνε και τον κόσμο ξυπνάνε
Κυριακή ξημερώνει κι έχουν όλοι γιορτή
και μονάχα για μένα είναι όλα θλιμμένα
γιατί έχασα εσένα μια γιορτή σαν κι αυτή.
Κυριακή ξημερώνει
κι η καρδιά μου ματώνει.
Που να είσαι ποιος ξέρει, ποιον να έχεις για ταίρι,
σε ποιον δίνεις καλή μου τα γλυκά σου φιλιά,
οι καμπάνες χτυπάνε μα ποτέ δεν ξυπνάνε
στη σκληρή την καρδιά σου μια αγάπη παλιά.
Κυριακή ξημερώνει
κι η καρδιά μου ματώνει.
Οι καμπάνες χτυπάνε και μια γλύκα σκορπάνε
στου χειμώνα το μαύρο και βαρύ δειλινό,
οι παρέες γλεντάνε, τραγουδούν και γελάνε
κι εγώ μόνος γυρίζω και μια αγάπη θρηνώ.
Κυριακή σουρουπώνει
κι η καρδιά μου ματώνει.