Στοιχειώσαν τα χωριά μας,
τα σπίτια σφαλιστά...
Γκρέμισαν τα όνειρά μας
και φύγαμε μακριά,
στης γης όλα τα πλάτη
σκορπίσαμε παντού.
Στα μάτια μας η στάχτη
κι ερείπια του νησιού...
Ίμβρο με τα εφτά χωριά
ήταν η μοίρα σου βαριά!
Αλλού σ’ είχαν ταμμένη.
Σε είπανε Γκιοκτσέαντα,
σ’ άλλαξαν χώρα και μιλιά,
οριοθετημένη...
Αφήσαμε το βιός μας
σε κάμπους και βουνά,
τους τάφους των γονιών μας
για λίγη λευτεριά...
Σταυρός στις εκκλησιές μας
του πρόσφυγα η ψυχή,
μα σαν φυσάει ο αέρας
εμείς είμαστε εκεί...
Ίμβρο με τα εφτά χωριά
ήταν η μοίρα σου βαριά!
Αλλού σ’ είχαν ταμμένη.
Σε είπανε Γκιοκτσέαντα,
σ’ άλλαξαν χώρα και μιλιά,
οριοθετημένη...
Ίμβρο με τα εφτά χωριά
ήταν η μοίρα σου βαριά!
Αλλού σ’ είχαν ταμμένη.
Σε είπανε Γκιοκτσέαντα,
σ’ άλλαξαν χώρα και μιλιά,
κόρη ξενιτεμένη...