Από κανέναν δε βρήκα συμπόνια,
ούτ’ απ’ τη μάνα μου είδα στοργή,
παλεύω μόνος, σκληρά, τόσα χρόνια,
με μια ελπίδα, βαθιά στην ψυχή.
Ένα σπιτάκι να φτιάξω δικό μου
και μια αγάπη να βρω στη ζωή,
που να με νιώθει στον κάθε καημό μου
και να πονάει μαζί μου κι αυτή,
και να πονάει μαζί μου κι αυτή.
Δεν ονειρεύουμαι πλούτη, παλάτια,
ούτε να κάνω μεγάλη ζωή,
να με κοιτάξουν, γυρεύω, δυο μάτια
και να μου πουν μια κουβέντα καλή.
Ένα σπιτάκι να φτιάξω δικό μου
και μια αγάπη να βρω στη ζωή,
που να με νιώθει στον κάθε καημό μου
και να πονάει μαζί μου κι αυτή,
και να πονάει μαζί μου κι αυτή,
και να πονάει μαζί μου κι αυτή,
και να πονάει μαζί μου κι αυτή.