Εκεί που ο νους σου χάνεται κι η λογική σου σβήνει,
εκεί που το μυαλό καλεί κι απόκριση δε δίνει,
εκεί στο τέλος του ποτέ και στην αρχή του πάντα,
τα όνειρα που ξέχασες αλήθεια τώρα καν’ τα.
Πετάς λιθάρι στο νερό και πέφτει προς τα πάνω,
έτσι σε κάνει κι η ζωή να λες, εκεί δε φτάνω.
Ο κόσμος μου, δεν άντεξε στης μέρας την απόχη,
στο λογικό να λες, αμάν και στο παράλογο, όχι.
Δε μας προφταίνει η λογική εμάς τους τρελαμένους,
είμαστε, βλέπεις, απ’ αυτούς που θέλουνε δεμένους
Τι κι άμα παίρνω τα βουνά, τι κι αν θα το φωνάζω,
αυτούς που λέτε λογικούς, εγώ τρελούς τους βγάζω.
Όταν περάσεις τη γραμμή, πίσω δε θα γυρίσεις
και στα σκοτάδια της ψυχής τη μοναξιά θα ζήσεις.
Όταν ακούς φωνές πολλές, φωνές που όλο πληθαίνουν,
ατέλειωτες οι σκέψεις σου, τη λογική σου δένουν.
Εγώ δεν έχω για τρελούς, αυτούς που ο κόσμος έχει
γιατί η αλήθεια τους, πονά και η σιωπή τους, βρέχει.
Κι όταν τους δεις να σε κοιτούν την πόρτα σου τους κλείνεις
και μ’ ένα αχ, ένα γιατί, στο χάος τους αφήνεις.
Δε μας προφταίνει η λογική, εμάς τους τρελαμένους,
είμαστε, βλέπεις, απ’ αυτούς που θέλουνε δεμένους.
Τι κι άμα παίρνω τα βουνά, τι κι αν θα το φωνάζω,
αυτούς που λέτε λογικούς, εγώ τρελούς τους βγάζω.