Αυτός που ξενιτεύεται
να ντύνεται στα μαύρα
της ξενιτιάς τα χώματα
είναι φωτιά και λαύρα.
Άνθρωπε ξενιτεμένε
πάντα να το συλλογιέσαι,
δεν υπάρχει πιο ωραίο
απ’ τον τόπο που γεννιέσαι.
Τη ξενιτιά την έζησα
και είδα τα καλά της
εγνώρισα τις χάρες της
μα και τα βάσανα της.
Άνθρωπε ξενιτεμένε
πάντα να το συλλογιέσαι,
δεν υπάρχει πιο ωραίο
απ’ τον τόπο που γεννιέσαι.
Τότε που ξενιτεύτηκα
καλό δεν περιμένω
της ξενιτιάς και το ψωμί
είναι φαρμακωμένο.
Άνθρωπε ξενιτεμένε
πάντα να το συλλογιέσαι,
δεν υπάρχει πιο ωραίο
απ’ τον τόπο που γεννιέσαι.