Τι μου κάνεις και με ψήνεις, μια χαρά τα καταφέρνεις
κι όσα έχω μεσ’ στη τσέπη, μέχρι φράγκο μου τα παίρνεις.
Τρεις το λάδι τρεις το ξίδι κι έξι το λαδόξιδο,
έχεις κάνει του χεριού σου ένα ντερβισόπαιδο.
Με το έξυπνο σου κόλπο, βρήσκεις πάντα το κουμπί μου
και τ’αδειάζεις δωχίς κόπο κάθε τόσο το πουγγί μου.
Τρεις το λάδι τρεις το ξίδι κι έξι το λαδόξιδο,
έχεις κάνει του χεριού σου ένα ντερβισόπαιδο.
Είμαι μπέσα πια δικός σου κι όπως βλέπω δε γλιτώνω,
σκλάβος μεσ’ στην αγκαλιά σου τα φιλιά σου τα πληρώνω.
Τρεις το λάδι τρεις το ξίδι κι έξι το λαδόξιδο,
έχεις κάνει του χεριού σου ένα ντερβισόπαιδο.