1. Κι είχα μια ψεύτρα ζωή, μια ζωή περιττή
Διχασμένο εαυτό και δεν ήμουν εγώ που μιλάω
Μου επιβάλαν μυαλά σε κονσέρβα κι αυτά
Τεθλασμένη φωνή να μου κάνει Μπι μπι όπου πάω.
Κι όλο γυρνάω σωστά με καθώς πρέπει δουλειά
Κει που παίρνω φωτιά, με την πρώτη κλανιά, σταματάω.
Στων συντρόφων μου τις μύτες
Πάντα αράζαν οι προφήτες
Όλα λελυμένα, αυτοί μοχθούν για μένα
Στου γυαλού τα βλεφαράκια
Κάθονται δυο ψιψινάκια
Παραπονεμένα, δε μιλάν σε κανένα.
2. Στη διαδήλωση χθες μ’ ερωτεύθηκες πες
Και δε μούσπασες πια, και δεω σούσπασα πια το κεφάλι
Κι ήσουνα Κνίτης εσύ, παινεμένο παιδί
Σύ κρατούσες πανώ κι εγώ έσερνα ένα μπουκάλι
Ώσπου τη βρήκαμε δες και χωρίς διαταγές
Από μόνοι κι οι δυο με τους μπάτσους τα βάλαμε πάλι.
Στων συντρόφων σου τις μύτες
Πα να κάτσουν οι προφήτες
Μην ακούς κανένα, παρά μονάχα εσένα
Στου γιαλού τα βλεφαράκια
Κάθονται δυο σκιουράκια
Στεναχωρεμένα δε μιλούν σε κανένα.
3. Και πριν να πιάσει βραδιά, στα οδοφράγματα για
Τη χαμένη φωνή, την τριμένη ζωή, πολεμούσες.
Μα σε γελάσαν κουτέ και σου είπαν στ’ αυτιά
Πως δεν ήσουν καλά και σε πήραν ξανά τα στελέχη.
Κι έμεινα μόνος εγώ με διχασμένο εαυτό
Μα το κατάλαβα πια πως εγώ ήμουν καλά και γελούσα.
Στων συντρόφων μου τις μύτες
Πα να κάτσουν οι προφήτες
Μα δεν ακούω κανένα, παρά μονάχα εμένα.
Στου γυαλού τα βλεφαράκια
Κάθονται δυο ψιψινάκια
Κι είν’ ερωτευμένα μοναχά μ’ εμένα.
4. Τώρα η φωνή μου κι αυτή δε μου κάνει μπι μπι
Όλα αλλάξαν για με, είμαι μόνος μα ξέρω που πάω.