Καφωδείον "Η Χρυσάνθη" τα φανάρια σταυρωτά,
των ανέμων η Μαριάνθη κάθε μέρα με ρωτά
πού είναι ο ένας, πού είναι ο άλλος, πού να πήγε
ο πιο μικρός, ήταν ο καιρός μεγάλος και ο πόνος μας πικρός.
Καφωδείον "Η Χρυσάνθη" κι η Μαριάνθη στη βροχή
με του έρωτα τα πάθη κι έναν πόνο στην ψυχή.
Με πειράζει την πειράζω, μου γελάει και της γελώ,
όσο πίσω μου κοιτάζω τόσο μέσα μου θρηνώ.
Καφωδείον "Η Χρυσάνθη" τώρα δεν υπάρχει πια
μα ανθίζουν λίγα άνθη, της αγάπης τα παιδιά.
Ήρθε ο ένας, ήρθε ο άλλος, ήρθε και ο πιο μικρός.
Όμως έλειπε ο μεγάλος κι είναι ο πόνος τους πικρός.