Σ’ ένα κατσαρό κεφάλι μια φορά κι έναν καιρό
ζούσε μία πολιτεία,
το γνωστό Ψειροχωριό.
Είχε φούρναρη, μπακάλη,
εκκλησία και παπά
Και μεγάλη λεωφόρο,
τη χωρίστρα τη δεξιά.
Είχε πάρκο για παιχνίδι,
βενζινάδικο, ταβέρνα
Μα της πόλης το στολίδι,
ήταν η «Χρυσή η Χτένα»!
Ψέμματα δεν ήτανε,
ψείρες μου το είπανε!
Ψέμματα δεν ήτανε,
ψείρες μου το είπανε!
Τέτοιο σούπερ λουξ κουρείο,
δεν συνάντησες ακόμη
Στην ουρά μπαίνανε οι ψείρες,
για να φτιάξουνε την κόμη.
Λούσιμο, βαφή, ψαλίδα,
φάρμακο για πιτυρίδα
Ξύρισμα με σαπουνάδα,
να κοντύνει η γενειάδα.
Κοτσιδάκια, τσιμπιδάκια,
φράντζες κι αλογοουρές
Φαβορίτες και μουστάκια,
τούφες ίσιες και σγουρές.
Και μια ψείρα με δυο τρίχες,
παραγγέλνει περμανάντ
Μα στο κάμπριο σαν μπαίνει,
τα μαλλάκια της χαλάν
Και μια ψείρα με φαγούρα,
ξύνεται η κακομοίρα
Ψάχνουν μέσα στα μαλλιά της…
και τι βλέπουνε;
Μια ψείρααααααα!