Μπήκα θλιμμένος εχθές στον μικρό μας τον κήπο,
το γιασεμί π’ αγαπούσες εσύ, να ποτίσω,
κι είδα τον κήπο μας έρημο και μαραμένο
και το μικρό γιασεμί απ’ τη ρίζα κομμένο.
Ποιος μπήκε και ξερίζωσε
κρυφά το γιασεμί μου,
την πιο γλυκιά ανάμνηση
που είχα απ’ την καλή μου.
Είναι μεγάλος καημός ν’ αγαπάς και να ζεις χωριστά,
σε καταντάει ρημάδι σωστό η σκληρή μοναξιά,
γύρνα, καλή μου, ν’ ανθίσουν ξανά τα λουλούδια
και να γεμίσει η αυλή μας χαρές και τραγούδια.
Μου `χει στοιχίσει πολύ που δεν είσαι κοντά μου,
με αγωνία περνώ την σκληρή μοναξιά μου,
μοιάζω κι εγώ σαν λουλούδι ξερό, διψασμένο,
και την δική σου δροσιά να μου φέρεις προσμένω.
Έφυγες και κατάλαβα
τι άξιζες για μένα,
όλα τα βλέπω, αγάπη μου,
χλωμά και μαραμένα.
Είναι μεγάλος καημός ν’ αγαπάς και να ζεις χωριστά,
σε καταντάει ρημάδι σωστό η σκληρή μοναξιά,
γύρνα, καλή μου, ν’ ανθίσουν ξανά τα λουλούδια
και να γεμίσει η αυλή μας χαρές και τραγούδια.