Κάτι αλκοολικά στιχάκια
πήραν σβάρνα τα σοκάκια
και περιπλανιούνται μόνα
στου Θεούλη το χειμώνα
Το `να τα ψιλά του βγάζει
και χαρμάνι αγοράζει
τ’ άλλο μπαίνει στο μπαράκι
και μεθάει από μεράκι
Ξέχασε ο ύπνος μου ν’ αποκοιμιέται
και τα νοίκια των σωμάτων ξεπουλιέται
στου καφέ τις μηχανές παρηγοριέται
και στη γύρα του με την αυγή απαντιέται
Την αργία μου ξοδεύω
ρούχο μάλλινο γυρεύω
που `ναι εδώ κοντά το κρύο
οργισμένο σαν θηρίο
Kαι σκαρώνω τα βραδάκια
κάτι αλκοολικά στιχάκια
που τα παρατάω μόνα
στου Θεούλη το χειμώνα
Ξέχασε ο ύπνος μου ν’ αποκοιμιέται
και τα νοίκια των σωμάτων ξεπουλιέται
στου καφέ τις μηχανές παρηγοριέται
και στη γύρα του με την αυγή απαντιέται