Ονόματα πάνω στις μέρες τις νύχτες
και στα χρόνια μου
πετρώματα γίναν οι μνήμες
παγώνουν τα σεντόνια μου.
Και γίνομαι παιδάκι με μαγικό ραβδάκι
που κάνει θαύματα.
Μικραίνω της νύχτας μου της δούλης
προφέρω τάματα.
Η λύτρωση στοιχηματίζει
στου νου το ανεξήγητο
ματαίωση που τρικυμίζει
στης ήβης το ατρύγητο.
Κι αθροίζομαι με σένα στο ίσον μένει ένα
χωρίς αντίκρυσμα
στο κλάμα μου το πρώτο, απ’της καρδιάς το νότο,
της μοίρας λίκνισμα.