Σ’ ένα τσαντίρι φτωχικό εβρέθηκε μια μέρα
η μαυρομάτα η Μαριγώ δίχως μάνα και πατέρα
Τα κάλλη της την κάμανε σωστής τσιγγάνας γέννα
και τ’ όνομα της έμεινε Μαριγούλα Μανταλένα
Είχε τσιγγάνικι αμορφιά δυο μάτια μαγεμένα
και τρέλαν’ όλο το ντουνιά η Μαρία η Μανταλένα
Τρανό ταλέντο στη σκηνή πήγε η Μαριώ στα ξένα
νέοι και γέροι φώναζαν αχ Μαρία Μανταλένα