Η θάλασσα ταξιδεύει
εκείνους που λύνουν τα σκοινιά
τους άλλους τους περιγελάει
με τ’ απόνερα στα ρηχά
Μωρέ, καπετάν Σιδερή, δεν ήσουνα πρωτάρης
ν’ αφήσεις σκότα και πανί ο γρέος να στα πάρει.
Καταμεσής Μαράθι, Μανώλη τα νησιά
μας κόπηκε η σκότα από τη μάτισσα.
Κακοκαιρία έρχεται και η βροχή μας πιάνει
θα κάνω φλόκο και πανί να πιάσω σε λιμάνι.
Δεν το μουδάρω το πανί, δεν αμολώ τη σκότα
ώσπου να έχω μουσαμά θα το κρατώ στα όρτσα.