Βαρέθηκα, καράβια να προσμένω,
να λέω τραγούδια δίχως συνοχή,
σε διαδρόμους και στοές να μπαινοβγαίνω,
με τα μπαγκάζια μου γεμάτα ενοχή.
Κουράστηκα, διαρκώς να κολυμπάω
μέσα σε πέλαγα αυτοκριτικής,
απηυδησμένος, άιντε, να μαδάω
μαργαριτούλες διαλεκτικής.
Κουράστηκα, στα μάτια να κοιτάω
τον εαυτό μου, πάλι να μου πει
πώς τη γροθιά μου στο μαχαίρι να χτυπάω
την ώρα που απλώνεται σιωπή.
Τώρα, στον άνεμο σκαρφαλωμένος,
ταξίδι αρχίζω πίσω στην πηγή,
από καιρούς παλιούς συνεπαρμένος,
μακριά πηγαίνω, σ’ άλλη εποχή.