Μάνες της Αμμοχώστου
της Κυρήνειας, της ορφάνιας
της τυραννίας
ασπρομαλλούσες, αχ μανάδες
στο κατώφλι σιωπηλές
Ηταν καλοκαίρι πάνε χρόνια
Ηρθαν και ξανάρθαν χελιδόνια
Αναψαν τσιγάρο και τ’ αγγόνια
Κι όλο καρτεράς και σιγοκλαις
Μαύρα, πικρά τσεμπέρια
κάποια χέρια με μαχαίρια
σας φορέσαν
Πώς το μπορέσαν; Αχ μανάδες
στων αλόγων τις οπλές