Τα γλυκά όμορφα βράδια
στα παγκάκια αλλάζουν βάρδια
οι κυρίες
που `χουν νόμιμα τα χάδια
δε γυρεύουν στα σκοτάδια
ιστορίες.
Δίχως στέγη στα παγκάκια
στην καρδιά βαριά κομμάτια
οι πατρίδες
Μπαγκλαντές και Αλβανία
χιόνι πέφτει η αγωνία
στις ελπίδες.
Μ’ άδεια μάτια στο παρκάκι
ψάχνει να βρει να χορτάσει
η ανία
Μ’ άσπρη σκόνη στο σακάκι
στέκεται να ξαποστάσει
η μανία.
Το πρωί δυο γεροντάκια
συζητάνε στα παγκάκια
καταιγίδες
Μα οι νυχτιές δεν τους ακούνε
κι ούτε που τους συγκινούνε
οι ρυτίδες.
Χιόνι πέφτει η αγωνία
στις ελπίδες.