Σάββατο πήρα απ’ το καθαριστήριο το παλιό σακάκι
και απ’ τον γερο χαρτζιλίκι με το ζόρι ένα πεντάρι
μα ο τύπος με το σκουλαρίκι μας πουλάει, μας πουλάει φρίκη
τη μαμά, την μαμά και αν βρίζει μια ζωή θα είναι πάντοτε κυρίζι
Κάνει τον αλήτη μα η μαμά απ’ την μύτη
πάντα τον τραβάει και ο καιρός περνάει
Βούλωσε το Μπούλη μην πουλάς και μούρη
για την αφεντιά σου πληρώνει η μαμά σου
Μηχανή, μηχανή για φιγούρα για να βγάλει, να βγάλει γκομενούλα
πέτσινα φοράει για να μοιάζει σκληρός μα εγώ ξέρω τα φοράει για να μην κρυώνει
και περνάει, περνάει ο καιρός και ο μάγκας γίνεται γιατρός
και το μόνο, το μόνο που του μένει είναι η τρύπα από το σκουλαρίκι
Κάνει τον αλήτη μα η μαμά απ’ την μύτη
πάντα τον τραβάει και ο καιρός περνάει
Βούλωσε το Μπούλη μην πουλάς και μούρη
για την αφεντιά σου πληρώνει η μαμά σου