Λένα Πλάτωνος - Εμιγκρέδες της Ρουμανίας 歌词

Πόσο μ’ αρέσει ν’ ακούω τους ανθρώπους ν’ ανεβαίνουν με τ’ ασανσέρ
και να μιλάνε Ρουμάνικα
Ένα απόγευμα, ο γιος του Ρουμάνου έχασε το κοτοπουλάκι του
χτύπησε όλες τις πόρτες και τα μεγάλα του μάτια
καθώς το αναζητούσαν μάταια μου φάνηκαν χοάνες
που από μέσα τους μπορούσε ο καθένας
να διακηρύξει τα ανθρώπινα δικαιώματα.

Πόσο μ’ αρέσει ν’ ακούω τους ανθρώπους ν’ ανεβαίνουν με τ’ ασανσέρ
και να μιλάνε Ρουμάνικα"
Κι ένα βράδυ ενώ κοίταζα τα τοξωτά μπαλκόνια του μαιευτηρίου της Έλενας
άκουσα ήχο πιάνου
κάποιος από τους Ρουμάνους έπαιζε από συνήθεια το ίδιο κομμάτι
και μεταμόρφωνε πάλι τους δήμους της Αμερικάνικης Πρεσβείας
τους μεταμόρφωνε πάλι σε χάδι.

Πόσο μ’ αρέσει ν’ ακούω τους ανθρώπους ν’ ανεβαίνουν με τ’ ασανσέρ
και να μιλάνε Poυμάνικα
Ένα μεσημέρι. σκυφτή κι ανώνυμη
μέσα στους σκοτεινούς διαδρόμους μιας πολυκατοικίας
τους άκουσα να μιλάνε Ρουμάνικα
καθώς ανέβαιναν με το ασανσέρ, να μιλάνε Ρουμάνικα
και τότε τραγούδησα
πόσο μ’ αρέσει ν’ ακούω τους ανθρώπους ν’ ανεβαίνουν με τ’ ασανσέρ
και να μιλάνε Ρουμάνικα.

Εμιγκρέδες της Ρουμανίας
πιθανότητες ευτυχίας
στην περιοχή της Αμερικάνικης Πρεσβείας
这个歌词已经 342 次被阅读了