Το κάθε φτωχοκόριτσο
έχει τα όνειρά του,
σε μιαν αγάπη αληθινή
γυρεύει την χαρά του,
σε μιαν αγάπη αληθινή
γυρεύει την χαρά του.
Η Μαριγούλα, η Μαριγώ
από κοριτσάκι
στη γειτονιά αγάπησε
το φτωχομπαρμπεράκι,
στη γειτονιά αγάπησε
το φτωχομπαρμπεράκι.
Πρόσεξε όμως, Μαριγώ,
μη γελαστείς όπως κι εγώ,
μη γελαστείς όπως κι εγώ,
πρόσεξε όμως, Μαριγώ.
Όλη τη μέρα η Μαριγώ
στο σπίτι, στη μπουγάδα,
το μπαρμπεράκι, τις βραδιές
της έκανε καντάδα,
το μπαρμπεράκι, τις βραδιές
της έκανε καντάδα.
Ευτυχισμένη η Μαριγώ
από το μπαρμπεράκι,
κρυφά - κρυφά το έσκαγε
να πάει ραντεβουδάκι,
κρυφά - κρυφά το έσκαγε
να πάει ραντεβουδάκι.
Πρόσεξε όμως, Μαριγώ,
μη γελαστείς όπως κι εγώ,
μη γελαστείς όπως κι εγώ,
πρόσεξε όμως, Μαριγώ.
Το μπαρμπεράκι, μια βραδιά
της λέει "θα πάω φαντάρος"
κι όταν γυρίσω, Μαριγώ,
θα γίνει και ο γάμος,
κι όταν γυρίσω, Μαριγώ,
θα γίνει και ο γάμος.
Η Μαριγούλα του 'δωσε
ό,τι είχε, η καημένη,
χωρίς να ξέρει, η άμοιρη,
το τι την περιμένει,
χωρίς να ξέρει, η άμοιρη,
το τι την περιμένει.
Το μπαρμπεράκι χάθηκε
κι η Μαριγώ μαράθηκε,
κι η Μαριγώ μαράθηκε,
το μπαρμπεράκι χάθηκε,
το μπαρμπεράκι χάθηκε,
το μπαρμπεράκι χάθηκε.