Παιδιά μου στα χαλάσματα
βγαίνουνε δυο φαντάσματα
άκουσα πάλι ψες το βράδυ
γέλια κι αναστενάγματα.
Ωχ κι να του `ξερ'ς μωρ’ θειά
αυτούς που νόμιζες στοιχειά
ήταν η Κώτσους κι η Τρυγώνα
κουκουλωμένοι μ’ άσπρη σεντόνα.
Ωχ κι να του `ξερ'ς μαθές
δεν τους ξεπλέναν
απ’ τις γλώσσες τρεις βροχές.
Τα είδα π’ αγκαλιάζουνταν
σαν φίδια κουλουριάζουνταν
κι αν κουψουχόλιασα η έρμη,
ντιπ καταντιπ δε νοιάζουνταν.
Ωχ κι να του `ξερ'ς μαθές
δεν τους ξεπλέναν
απ’ τις γλώσσες τρεις βροχές.