Πέρασα αργά εχτές το βράδυ
απ’ το σκοτεινό το δρόμο σου
κι’ είδα μια σκιά μες το σκοτάδι
να φιλάει γλυκά τον ώμο σου.
Και μου λες βρε χαρακτήρα ψεύτη
πως τα βράδια μένεις μόνη σου
ενώ κάποιον άλλον επισκέπτη
έχεις μέσα στο σαλόνι σου.
Στα φαρμακερά μου τα νυχτέρια
που για σένα ψεύτρα ξαγρυπνώ
κάθισα και μέτρησα τ’ αστέρια
και τις πίκρες που για σε περνώ.
Όμως είναι αμέτρητα τ’ αστέρια
και οι πίκρες σου μες την καρδιά
άλλου επισκέπτη τα δυο χέρια
σε κρατούν τις νύχτες αγκαλιά.