Ἔφυγες ἕνα πρωϊνὸ ἔτσι ἔμελλε νὰ γίνει,
καὶ ὅταν τὸ πλοῖο ἔφυγε πῆγα στὸ πανυγύρι.
Ἤτανε μέρα Παρασκευὴ τῶν Ἅγιων Ἀποστόλων·
στὸ Καζαβίτι ἀνέβαινε ὁ Κάτω Πρίνος ὅλος
Τραβῶ γραμμὴ στὴν ἐκκλησιὰ νὰ ξεχαστεῖ ὁ πόνος
τοῦ χωρισμοῦ καὶ γρήγορα νιώθω νὰ μαστουρώνω.
Ὁ παπα Ἀντώνης ἄρχισε τὸν πλάγιο τὸν πρῶτο
καὶ ὁ Γερμανὸς ὁ μοναχός, τοῦ ἀπάντησε μὲ τρόπο:
Μὴν τὸν τραβᾶς πολύ, παπᾶ, τὸν πλάγιο τὸν πρῶτο,
γιατὶ θὰ βγοῦν οἱ ἅγιοι, θὰ θέλουν κά᾿να κόλπο.
Καὶ χασισάκι ποὺ νὰ βρεῖς, ψὲς βράδυ το ῾πιαμε ὅλο,
κι ἂν δὲν τοὺς φχαριστήσουμε θὰ μᾶς ζητᾶν τὸ Φλῶρο.
Μὲ τὰ τραγούδια, τοὺς ψαλμούς, ξεχάστηκε ὁ πόνος
καὶ μὲ μία νόστιμη μικρὴ τραβιέμαι τώρα ὁ δόλιος,
ὤχ, ὤχ, ὤχ.