Άργησα μα επέτυχα,
να σ' έβρω, κατεργάρη,
αφότου παντρευτήκαμε
δεν ήβρα καμιά χάρη.
Γελάστηκα 'π' τα λόγια σου
κι έκανα κουταμάρα
και μ' έκανες αγνώριστη
απ' την ξελιγωμάρα.
Ότ' είχα μου το πούλησες
κι αυτά τα έπιπλά μου
και τώρα που ξεπούλησες
με στέλνεις στη μαμά μου.
Ότ' είχα μου τα έφαγες
με κάποιες στην Αθήνα
κι εγώ σαν το κορόιδο
ψόφαγ' από την πείνα.
-Γεια σου Κορίνα μου Θεσσαλονικιά
Τι ήταν και σε γνώρισα
κι έμπλεξα με τα σένα;
Μια παντρειά ξεκάρφωτη
λαχείο ήταν για μένα.
Γελάστηκα 'π' τα λόγια σου
κι έκανα κουταμάρα
και μ' έκανες αγνώριστη
απ' την ξελιγωμάρα.