Έγειρες σαν τη νύχτα
στην άκρη τ’ ουρανού
η ώρα ήταν διάφανη
κι ο αγέρας σαν ατλάζι.
Κάποια φευγάτη πίκρα
χρωμάτιζε το νου
και σαν να τα κατάφερε
στο χρώμα να σου μοιάζει.
Χρόνια και χρόνια
μεθώ μεσ’ την ορμή
του έρωτα που ανήμπορος
επάνω σου ξεσπάει.
Μονάχο ακόμα
τρέχει το παιδί
και τη σκιά του ονείρου
στα μάτια σου ζητάει.
Έγειρες σαν τη νύχτα
σε δάσος σιωπηλό
σε δάσος που ξημέρωνε
κι εκείνο δεν ξυπνούσε.
Λες κι έσταζε η πίκρα
βοτάνι μαγικό
κι άρχισε και φανέρωνε
το πόσο σ’ αγαπούσε.
Χρόνια και χρόνια
μεθώ μεσ’ την ορμή
του έρωτα που ανήμπορος
επάνω σου ξεσπάει.
Μονάχο ακόμα
τρέχει το παιδί
και τη σκιά του ονείρου
στα μάτια σου ζητάει.