Εσύ τα φταις που άρχισε στο σπίτι φαγωμάρα,
την προίκα μου την έφαγες και μ’ έχεις κουρελιάρα.
Μαύρη η ώρα που σε πήρα,
μ’ έκαψες, μ’ έκαψες την κακομοίρα.
Από μικρή στα χέρια σου μια προκοπή δεν είδα,
δεμένη πάντα με κρατάς με μια βαριά αλυσίδα.
Μαύρη η ώρα που σε πήρα,
μ’ έκαψες, μ’ έκαψες την κακομοίρα.
Να φύγεις τώρα κι άσε με, να ζήσω μοναχή μου,
αφού για μένα δεν πονάς, σε μίσησε η ψυχή μου.
Μαύρη η ώρα που σε πήρα,
μ’ έκαψες, μ’ έκαψες την κακομοίρα.