Κάθε βραδάκι ο φτωχός στους δρόμους τριγυρίζω
και στο σπιτάκι σου μπροστά και στο σπιτάκι σου μπροστά
και στο σπιτάκι σου μπροστά στέκομαι και δακρύζω.
Θυμούμαι στο παράθυρο, το πως με καρτερούσες,
νύχτες πολλές αμέτρητες, νύχτες πολλές αμέτρητες,
νύχτες πολλές αμέτρητες και μου γλυκομιλούσες.
Τώρα μ’ αρνιέσαι άσπλαχνη κι αξενοιαστη κοιμάσαι
κι αν υποφέρω και πονώ κι αν υποφέρω και πονώ
κι αν υποφέρω και πονώ, πια διόλου δε λυπάσαι.